Bloody Hawk
Γραβάτα (Gravata)
Όταν το μάτι του γυαλίζει μες τη νύχτα
Στην φτωχή του διαδρομή βράζουν καζάνια της κολάσεως
Εν τόπω χλοερώ, εν τόπω αναπάσευως
Το θύμα ταξιδεύει, μα εκείνος μένει στάσιμος
Είναι παράσιτο στα μάτια
Του ιδανικά πλασμένου τρόπου σκέψης της σήμερον κοινωνίας
Για το κοινό είναι απλά ένα απόβρασμα
Ένα έγκλημα της φύσης, ένας πόνος δειαρκείας
Ζητά συγχώρεση, τα χέρια του σηκώνει
Δεν κινείται μα τον μαρτυρά το αίμα στην γραβάτα
«Εγώ τη σκότωσα, μα έπρεπε να γίνει από κάποιον
Προσφέρθηκα εγώ»
Κακά μαντάτα
Η μιά γροθιά να διαδέχεται την άλλη
Αυτός ψυχρός να τους κοιτά καθώς δαγκώνει λύβρες σάρκας
Η γειτονιά μαζεύτηκε γύρω απ' το σπίτι του, πετούσε αυγά και φώναζε
«Τι έκανε ο μαλάκας;»
Κύριοι Συνήγοροι, δεν ήθελε να ζει
Αυτή ήταν πουλί φυλακισμένο σ' ανθρώπινο σώμα
Μα πως δεν με καταλαβαίνετε ακόμα;
Αυτή είναι ζωντανή, το σώμα της είναι στο χώμα
Μη με τραβάτε μουνιά δεν είμαι τρελός
Μου ζήτησε να την απαλλάξω από τα δεσμά της
Γέλασε ειρωνικά τότε ο δικαστής και δήλωσε
«Ε, τότε, θα γευτείς το τίμημά της.»
Λυπάμαι, άνθρωποι, δεν είμαι σαν κι εσάς
Ουρλιάζει και αρπάζει το στιλέτο από την τσέπη
Θα ζήσω ελεύθερος, συντροφιά με εκείνη
Αν δε σ' αρέσει η αλήθεια, μίσησέ την
Σκίζει τη σάρκα του, με αίμα τη λερώνει
Τους φωνάζει ότι κάποιοι ζούνε διαφορετικά, λέει
«Κλείσε το σώμα μου τώρα σ' ένα κελί, εγώ αθωώθηκα
Τώρα, η ψυχή μου ανοίγει φτερά»