Eversor
Αυτοάνοσο (Aftoanoso)
[Verse: Anser]
Ποτέ δεν μπόρεσες να κάνεις κακό
Και τη μαυρίλα αυτού του κόσμου τη φόρτωσες στην ψυχή σου
Τρυπάει η καρδιά σου κι όλο γυρνάει το μυαλό
Στη μέρα εκείνη που θυμάσαι να χωρίζουν οι γονείς σου, και
Κι εσύ δεν άντεχες το σπίτι σου το άδειο
Ούτε σε κράτησαν τα πόδια σου όταν την είδες με άλλον τότε
Γιατί σου 'λεγε "σ' αγαπώ" όταν σε κοιτούσε μες στα μάτια
Εσύ ανατρίχιαζες, μ' αυτή δεν το εννοούσε
Κι έτσι μεγάλωνες και βάραινε το βάσανο
Κι έψαχνες να τα πεις και να μιλήσεις σ' έναν άνθρωπο
Από τα λόγια του μπαμπά, που σ' έλεγε όλο άχρηστο
Μέχρι την ειρωνεία, από ένα γέρο, βλάκα δάσκαλο
Κι όλο πειράγματα και πλάκα στο προαύλιο
Κι εσύ πάντα με δάκρυα, τα 'λεγες στο τετράδιο
Μετά στο σπίτι σου γυρνούσες στο δωμάτιο
Κλεινώσουνα κι ονειρευόσουν ένα πιο όμορφο αύριο
Μετά πανεπιστήμιο, έδρανα και stress
Άγχος στις εξεταστικές, με δυο δουλειές για να τα φέρεις βόλτα
Και στριμωχνόσουν τσίμα-τσίμα στις εστίες
Όσο οι συμφοιτητές σου δε δουλέψανε μια ώρα, και
Μετά στρατός και μια σκοπιά στο Νευροκόπι
Ένας χειμώνας, ένα όπλο, δέκα σφαίρες και μια λόγχη
Και καλοκαίρι και γιορτές το ίδιο λούκι
Όσο μίλαγαν τα κονέ κι άλλοι φεύγαν αδειούχοι
Εννιά μήνες μετά, πίσω στο κρύο σπίτι σου
Εκείνη δεν υπήρχε καν, είχαν χαθεί όλοι οι φίλοι σου
Μετά δουλειά, 8-20 για τα ίδια ψίχουλα
Μ' αφεντικό σκληρό και συναδέλφους φίδια ύπουλα
Κι όλο κατάπινες την ίδια στεναχώρια
Κι ήσουν πάντα εκεί για 'κείνους, στις μαυρίλες και στα ζόρια
Κι ήσουν πάντα εκεί στα δύσκολα να δώσεις απ' το υστέρημα
Γιατί ήξερες το τι σημαίνει να μη στα 'χουν έτοιμα
Και σακατεύαν τα όνειρα σου και δε μίλαγες
Κι όση ειρωνεία σου στέλνανε, εσύ πίσω δεν τη γύρναγες
Και μάζευες και τα 'βαφες, στα μέσα δεν ξεσπούσες
Αυτοί πάντα ήταν' απέναντι μα εσύ τους συγχωρούσες
Ως που μια μέρα μου πες "άλλο δεν μπορώ"
Σ' είδα στα γόνατα να πέφτεις, να σου κόβεται η ανάσα
Γιατί τα λόγια του μπαμπά σε είχαν αρπάξει απ' το λαιμό
Τα ψεύτικα της "σ' αγαπώ" είχαν γίνει άσθμα
Οι πλάκες των συμμαθητών ήταν' εκεί
Και του δασκάλου σου η ειρωνεία είχε σκυλιάσει να σε βρει
Κι ο λύκος γρύλιζε όσο μύριζε εδώ καινούρια θύματα
Το άγχος κι οι εξεταστικές στο δέρμα σου εξανθήματα
Το κρύο σε τρύπαγε σαν να 'σουν στη σκοπιά σου
Το ίδιο τρέμουλο κι εξάντληση όπως τότε στη δουλειά σου
Όπως τότε που σε αφήσει η δικιά σου, έτσι έκλαψες
Απόψε που κατάλαβες πως χάνεις τα μαλλιά σου
Μα όταν στα μάτια σε κοιτώ, βλέπω έναν γίγαντα
Έναν άνθρωπο σκληρό, που δεν τον ρίχνει κάτω τίποτα
Κι όταν εκείνοι σε κοιτούν, σε λένε άρρωστο
Κι ας έδωσες τα πάντα σ' ένα κόσμο τόσο αχάριστο
[Outro: Anser]
Μα όταν στα μάτια σε κοιτώ, βλέπω ένα γίγαντα
Έναν άνθρωπο σκληρό, που δεν τον ρίχνει κάτω τίποτα